Γρανάδα η Γρανάτης
Γρανάτης λίθος, γνωστότερος σήμερα ως γρανάδα. Οικογένεια πυριτικών χαλαζιακών πετρωμάτων με παρόμοια κρυσταλλική μορφή και φυσικές ιδιότητες, αλλά διαφορετική χημική σύνθεση. Η αλμανδίνη, το πυρόπιον, η σπερσατίνη, ο χεσσονιτης, ο τσαβορίτης ο ανδραδίτης είναι οι γνωστότερες γρανατικές πέτρες που χρησιμοποιούνται στην κοσμηματοτεχνία και στην διακοσμητική τέχνη. Το βαθύ κόκκινο χρώμα του είναι αποτέλεσμα πρόσμιξης ασβεστίου σιδήρου ή αβεστίου αλουμινίου ή ασβεστίου χρωμίου, στο πυριτικό πέτρωμα, ανάλογα με το είδος του γρανάτη.
Η λέξη γρανάτης προέρχεται από την λατινική λέξη granum, που σημαίνει σπόρος με αναφορά στο pomum granatum, το ρόδι. Στην Αρχαία Ελλάδα είχε την ονομασία ανθράκιον πυρόπιον, δηλαδή κάτι που μοιάζει με πυρωμένο άνθρακα.
Κοσμήματα ηλικίας 5000 χρόνων με λειασμένους γρανάτες βρέθηκαν στην Αίγυπτο, στην Σουμερία πριν από 4300 χρόνια, ντόπιοι τεχνίτες έφτιαχναν περίτεχνα δαχτυλίδια με ένθετους γρανάτες. Στην Αθήνα των κλασικών χρόνων, η γρανάδα ήταν η πέτρα των διαπραγματευτών και των ρητόρων.
Το Ταλμούδ αναφέρει ότι ένας τεράστιος γρανάτης φώτιζε την Κιβωτό του Νώε, όσο διήρκεσε ο Κατακλυσμός. Στην Ινδία συναντάμε την γρανάδα ροδολίτη (rhodolite garnet), της Ορίσσα, ενώ πολύ γνωστά για την ποιότητα του γρανάτη που εξορύσσουν είναι τα ορυχεία της Αρικαμέντου στο κρατίδιο του Ιντραμπάτ. Είναι η πέτρα του πρώτου τσάκρα, της βάσης, ρυθμίζοντας την ισορροπία των άκρων, της σπονδυλικής στήλης των γεννητικών οργάνων και του αίματος.
Ο βαθυκόκκινος γρανάτης είναι η επίσημη εθνική πολύτιμη πέτρα της Τσεχίας. Οι μεγαλύτερες ποσότητες εξορύσσονται στην Τέπλιτσε μια μικρή πόλη 63 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Πράγας.
Είναι η πέτρα του Ιανουαρίου και τα ζώδια που ορίζει είναι ο Αιγόκερως, ο Λέων και η Παρθένος.